Η τριάδα Κατσούλας, Δημητροκάλης, Μαργέτη, οι δύο δολοφονίες, η σύλληψη, η δίκη και η κάλυψη από τα ΜΜΕ
Η υπόθεση είχε προκαλέσει σοκ στην ελληνική κοινή γνώμη. Τα ΜΜΕ ασχολούνταν με αυτήν επί εβδομάδες -πρωτοσέλιδα, ρεπορτάζ, τηλεοπτικά πάνελ. Η αποκάλυψη των εγκλημάτων ήρθε στα τέλη του 1993, όταν έγιναν γνωστές οι λεπτομέρειες δύο φρικιαστικών δολοφονιών. Οι βασικοί πρωταγωνιστές της υπόθεσης ήταν τρεις νεαροί: Ο Ασημάκης Κατσούλας, ο Μάνος Δημητροκάλης και η Δήμητρα Μαργέτη, ή αλλιώς «οι Σατανιστές της Παλλήνης».
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΑΙΔΕΙΑ











Με τον όρο «Σατανιστές
της Παλλήνης» έμεινε γνωστή η παραπάνω εγκληματική ομάδα που δρούσε στην
ευρύτερη περιοχή της βορειοανατολικής Αττικής (Παλλήνη, Παιανία, Κάντζα) την
περίοδο 1991-1993. Η ομάδα αυτή δεν περιοριζόταν μόνο σε
τελετουργικές πρακτικές μαύρης μαγείας, αλλά προχωρούσε και σε στρατολόγηση
ανηλίκων -κυρίως μαθητών Λυκείου- υποσχόμενη μυστικά μονοπάτια και «πνευματική»
μύηση. Στο αποκορύφωμα της δράσης τους, διέπραξαν δύο αποτρόπαιες
δολοφονίες: Tης 14χρονης Δώρας Συροπούλου και της 28χρονης Γαρυφαλλιάς
Γιούργα.
Η αποκάλυψη της υπόθεσης, τον Δεκέμβριο του ‘93, προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη τη
χώρα. Οι αποκαλύψεις για εγκλήματα με σατανιστικά κίνητρα και αιματηρές τελετές
σκόρπισαν τον τρόμο και δημιούργησαν ένα πρωτοφανές κύμα κοινωνικού πανικού.
Θυμάμαι ακόμα τα πρωτοσέλιδα - «Έπιναν αίμα». Και δεν ήταν σχήμα λόγου
-τα δημοσιεύματα εκείνης της εποχής περιέγραφαν σατανιστικές τελετές, αίμα,
βουντού και δαιμονικές πρακτικές. Αυτή η υπόθεση έμοιαζε βγαλμένη από σενάριο
του Criminal Minds. Ήταν μια από τις πρώτες φορές στην Ελλάδα που ο όρος
«σατανισμός» δεν ακουγόταν απλώς ως τρομολαγνεία, αλλά συνδεόταν με πραγματικά
εγκλήματα. Ήταν αρχές των ‘90s και η κοινωνία βίωνε ένα σοκ.
Ήταν κάτι πρωτοφανές.
Η τριάδα:
Κατσούλας, Δημητροκάλης, Μαργέτη
Το
1991, ο 19χρονος Ασημάκης Κατσούλας σύναψε σχέση με την 15χρονη Δήμητρα
Μαργέτη, η οποία του είχε εκμυστηρευτεί ότι και εκείνη άρχισε να διαβάζει
σχετικά βιβλία με τον σατανισμό. Οι δύο τους ξεκίνησαν να κάνουν
τελετές μαύρης μαγείας. Λίγο αργότερα στην ομάδα θα ενταχθεί και ο
Δημητροκάλης, ο οποίος διατηρούσε σχέση νωρίτερα με την Μαργέτη.
Από την
«ομάδα» αυτή πέρασαν κατά καιρούς διάφοροι μαθητές Λυκείου. Σύμφωνα με
μαρτυρίες, ο Κατσούλας τούς πλησίαζε με υποσχέσεις: Καλύτερους βαθμούς,
περισσότερα χρήματα, δύναμη. Αντάλλαγμα; Η συμμετοχή σε τελετές
σατανιστικής φύσης. Οι ψυχολόγοι της Ελληνικής Αστυνομίας, μάλιστα, τον
είχαν χαρακτηρίσει ιδιαίτερα πειστικό στις συνομιλίες με συνομηλίκους του.
Ο Ασημάκης Κατσούλας, αποκαλούμενος και «αρχηγός», είχε
γεννηθεί το 1972 και ζούσε στην Κάντζα. Ο ίδιος παραδέχθηκε στην κατάθεσή του
ότι η ενασχόλησή του με τον σατανισμό ξεκίνησε από τη heavy metal μουσική.
Αγόραζε δίσκους με σατανικούς στίχους, μπλούζες με σύμβολα και «δαιμονικές»
εικόνες. Αυτή η σχέση metal και σατανισμού οδήγησε σε έντονη δαιμονοποίηση του
είδους. Πολλοί νέοι τότε που άκουγαν metal περιγράφουν πως στον δρόμο τους φώναζαν
«σατανιστές». Μάλιστα, κατά την κάλυψη της υπόθεσης, τηλεοπτικά συνεργεία είχαν
φτάσει μέχρι το στούντιο των Rotting Christ στα Εξάρχεια, ρωτώντας αν κάνουν
τελετές!
Το
ενδιαφέρον του Κατσούλα για τον σατανισμό εντάθηκε μετά την αποφοίτησή του από
το Λύκειο, περίπου το 1990. Άρχισε να διαβάζει αποκρυφιστικά βιβλία. Κάποιες
πηγές ανέφεραν ότι μελετούσε και τη «Σολομονική», ένα μεσαιωνικό
κείμενο με επικλήσεις πνευμάτων και κατάρες. Δεν έκρυβε τις ασχολίες του,
ούτε από τους γονείς, ούτε από τους φίλους. Ωστόσο, χρειαζόταν κι άλλους. Είχε
πει πως μόνος του δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.
Ο Μάνος Δημητροκάλης, 19 ετών τότε, ήταν πιο εσωστρεφής και ευγενικός, σύμφωνα
με τις περιγραφές. Ωστόσο, η οικογένειά του ισχυριζόταν πως ο Κατσούλας τον
επηρέαζε βαθιά. Ο ίδιος ο Δημητροκάλης, αργότερα, δήλωσε: «Ένιωθα τύψεις.
Δεν το έκανα με ευχαρίστηση. Αλλά υπήρχε πίεση... Αν δεν το έκανα, θα πέθαιναν
οι γονείς μου».
Τα
εγκλήματα
Τα θύματα
τους ήταν δύο: Η 14χρονη Θεοδώρα Συροπούλου και η 28χρονη
Γαρυφαλλιά Γιούργα, μητέρα δύο παιδιών. Η Συροπούλου είχε γνωρίσει την
παρέα μέσω φίλων της. Η Μαργέτη αργότερα θα πει πως ο Κατσούλας είχε επιρροή
πάνω της και την έπεισε να μυηθεί. Η τελετή της μύησης, σύμφωνα με τις
μαρτυρίες, περιλάμβανε γυμνότητα, κεριά, ανάγνωση κειμένων και, όπως
υπονοείται, πιθανώς και σεξουαλική πράξη. Στις 27 Αυγούστου 1992, οι τρεις την
παρέλαβαν από τη Μιχαλακοπούλου. Πήγαν βόλτα στον Λυκαβηττό και στη συνέχεια σε
ερημική τοποθεσία στο Κορωπί. Εκεί της ζήτησαν να γονατίσει, της έδεσαν τα
χέρια και της έδωσαν να κρατά ένα κερί. Την χτύπησαν με ξύλο στο κεφάλι και,
επειδή δεν πέθανε αμέσως, τη στραγγάλισαν. Αργότερα ασέλγησαν πάνω στο πτώμα
και το έκαψαν, προκαλώντας πυρκαγιά στον Υμηττό.
Σχεδόν έναν χρόνο αργότερα, στις 14 Απριλίου του 1993, επιλέγουν νέο θύμα.
Η 28χρονη Γαρυφαλλιά Γιούργα, μητέρα δύο παιδιών, επέστρεφε σπίτι
της στα Γλυκά Νερά όταν ο Κατσούλας και ο Δημητροκάλης, παριστάνοντας τους
αστυνομικούς, την σταματούν. Την οδηγούν σε ερημικό σημείο στο Κορωπί, τη
βιάζουν και ο Κατσούλας της συνθλίβει το κεφάλι με πέτρα ώστε να μην
αναγνωριστεί.
Η σύλληψη
Η Αστυνομία
είχε κινητοποιηθεί από την πρώτη κιόλας δολοφονία, για να εντοπίσει τους
δράστες. Ωστόσο δεν ήταν σαφές τι ακριβώς είχε συμβεί, καθώς τα ελάχιστα
απομεινάρια του ανήλικου κοριτσιού δεν έδωσαν πολλά στοιχεία για επεξεργασία.
Παρόλα αυτά, αστυνομικός είχε πει πως ήταν κοινό μυστικό για τελετές που
γίνονταν στην περιοχή της Κάντζας και των Γλυκών Νερών, αλλά ότι κανείς δεν
πίστευε ότι θα έφταναν σε τέτοιο σημείο. Το τέλος της εγκληματικής δράσης των
σατανιστών συνέβη όταν ο Δημητροκάλης νιώθοντας τύψεις για τις
αποτρόπαιες και εγκληματικές πράξεις του αποφάσισε να τις εξομολογηθεί σε έναν
ιερέα, ο οποίος βρισκόταν στο σπίτι του, τα Χριστούγεννα του 1993. Την άλλη
μέρα πήγε στις αστυνομικές αρχές και ομολόγησε.
Είναι λίγο πριν την Πρωτοχρονιά του 1993. Ο Κατσούλας υπηρετεί στο
Πολεμικό Ναυτικό, ο Δημητροκάλης στον Στρατό Ξηράς. Συλλαμβάνονται και μαζί με
τη Δήμητρα Μαργέτη κρίνονται προφυλακιστέοι. Η Μαργέτη δήλωσε στους
δημοσιογράφους ότι «μας είχαν απειλήσει πως ό,τι και αν πούμε, θα μας σκότωναν
μετά. Αυτά που έχω περάσει εγώ από αυτόν τον άνθρωπο, ακόμη και ο ίδιος ο
σατανάς δεν θα τα έχει κάνει στα θύματά του, αν υπάρχει. Εσείς και ο κόσμος
μπορείτε να καταλάβετε ότι εμείς πιεζόμασταν ψυχολογικά δύο χρόνια;». Ο δε
Δημητροκάλης, αφού ομολόγησε τις πράξεις του, ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να
«σώσει» κάποιους νέους από τον Κατσούλα: «Ομολόγησα μόνος μου και “έδωσα” και
άλλα παιδιά που ήταν μυημένα, για να μην ξανάρθουν σε επαφή με αυτόν τον
τύπο. Εξυπηρετούσε τις ανωμαλίες του».
Τον Γενάρη του 1994, πραγματοποιήθηκε η αναπαράσταση των δύο εγκλημάτων. Οι
τρεις συλληφθέντες κρίθηκαν προφυλακιστέοι ύστερα από ομόφωνη απόφαση ανακριτή
και εισαγγελέα, ως άτομα ιδιαίτερα επικίνδυνα για τη δημόσια ασφάλεια, για την
πρόληψη τέλεσης αδικημάτων από μέρους τους και ως ύποπτοι φυγής. Παράλληλα,
ποινική δίωξη ασκήθηκε και σε άλλα άτομα.
Η κάλυψη
από τα ΜΜΕ και ο Παναγιώτης Γιαννάκης
Η υπόθεση
ήταν παντού. Τα μεσημβρινά και βραδινά δελτία ασχολούνταν σχεδόν αποκλειστικά
για μέρες. Εφημερίδες αφιέρωναν 5-6 σελίδες καθημερινά. Είχε προγραμματιστεί
ακόμη και ζωντανή μετάδοση της δίκης, η οποία τελικά ακυρώθηκε και διεξήχθη
κεκλεισμένων των θυρών. Η Πολιτεία αντέδρασε καθυστερημένα σε όλη αυτή την
τηλεοπτική «παράνοια». Δέκα μέρες μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης, απαγορεύτηκε
η δημοσίευση ανακριτικού υλικού.
Ανάμεσα σε όλα τα ρεπορτάζ που δημοσιεύονταν εκείνη την περίοδο, στις 31
Δεκεμβρίου του 1993 διαβάζουμε ότι σε μυστική κρύπτη που εντοπίστηκε
στην Παιανία, όπου φέρεται να έκαναν σατανικές τελετές, βρέθηκαν κέρινα
ομοιώματα με φωτογραφίες καρφωμένες πάνω τους - ανάμεσά τους και αυτή
του Παναγιώτη Γιαννάκη, που τότε αγωνιζόταν στην ομάδα μπάσκετ του Πανιωνίου. Ο
Παναγιώτης Γιαννάκης πάντως, στους δημοσιογράφους που στο άκουσμα της είδησης,
έτρεξαν αμέσως στο γήπεδο του Πανιώνιου, φάνηκε αρκετά ψύχραιμος. «Ποτέ δεν
μπορούσε να μου περάσει από το μυαλό κάτι τέτοιο. Δεν νομίζω πάντως πως είναι
κάτι που μπορεί να με επηρεάσει. Μου φαίνεται αστείο. Είναι κρίμα έστω και ένα
παιδί να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση. Είναι τόσα τα ωραία πράγμα που μπορεί
κανείς να χαρεί στη ζωή του, που είναι αληθινά τραγικό να φτάνει σε αυτό το
σημείο».
Η δίκη
Η δίκη
ξεκινά τον Ιούνιο 1995 στο Μικτό Ορκωτό. Και οι τρεις ομολογούν,
αλλά προσπαθούν να επιρρίψουν ευθύνες ο ένας στον άλλον. Οι δύο νεαρότεροι
δείχνουν τον Κατσούλα ως ηθικό αυτουργό. Στις 27 Ιουνίου ο Εισαγγελέας προτείνει
την καταδίκη τους για την κατά συναυτουργία τέλεση δύο ανθρωποκτονιών,
αντιποίηση δημόσιας εξουσίας, παράνομη κατακράτηση, αρπαγή ανηλίκου, καθύβριση
του θρησκεύματος καθώς και τη σύσταση συμμορίας προς διάπραξη κακουργημάτων.
Ο εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την ενοχή των κατηγορουμένων Κατσούλα, Δημητροκάλη και Μαργέτη και την επιβολή της ανώτατης προβλεπόμενης ποινής. Πέντε μέρες μετά καταδικάζονται. Στις 1 Ιουλίου το δικαστήριο καταδίκασε τον Κατσούλα σε συνολική ποινή δύο φορές ισόβιας κάθειρξης και πρόσκαιρης κάθειρξης 12 ετών και 10 μηνών, ενώ στον Δημητροκάλη σε συνολική ποινή δύο φορές ισόβιας κάθειρξης και πρόσκαιρης κάθειρξης εννέα ετών και 10 μηνών. Στην Μαργέτη επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης 17 ετών και 4 μηνών για απλή συνέργεια σε κάθε μία από τις ανθρωποκτονίες και αρπαγή ανηλίκου. Επίσης της αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας. Για τις αδερφές Κατερίνα και Μαρία Ρηγάκη επιβλήθηκαν ποινές 16 μηνών με 3ετή αναστολή και 7 μηνών με 3ετή αναστολή αντίστοιχα. Επίσης για την Βαρβάρα Αγγελοπούλου επιβλήθηκε ποινή 16 μηνών με 3ετή αναστολή. Τέλος το δικαστήριο έκρινε αθώους τους Χαράλαμπο Ζάβρα και Αγγελική Αναγνώστου. Ακολούθησαν εφέσεις, χωρίς αποτέλεσμα. Το 1997, το Εφετείο επικυρώνει την πρωτόδικη απόφαση
Η υπόθεση
μετά...
Το 2010, το
όνομα του Κατσούλα εμφανίζεται ξανά. Βρισκόμενος στις φυλακές Μαλανδρίνου,
κατηγορείται ότι, μαζί με συγκρατούμενό του, καλούσε ανήλικα κορίτσια 10 και 11
ετών, προβαίνοντας σε προσβλητικά σχόλια. Η έρευνα επιβεβαίωσε ότι οι κλήσεις
έγιναν από τη φυλακή. Σχηματίστηκε δικογραφία για προσβολή γενετήσιας
αξιοπρέπειας.
Από τότε υπήρξαν μεμονωμένες υποθέσεις στην Ελλάδα που θύμιζαν Παλλήνη -η
υπόθεση του σατανιστή της Γλυφάδας το 2014, ή μια αντίστοιχη υπόθεση στην
Κεφαλονιά το 2017. Όμως τίποτα δεν είχε το σοκ και τη δημοσιότητα των
εγκλημάτων του 1993.
Η πρώτη που
αποφυλακίστηκε ήταν η Δήμητρα Μαργέτη, με απόφαση του Συμβουλίου
Πλημμελειοδικών Πειραιά το 2001. Ωστόσο, της επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι,
όπως η παρουσίαση στο αστυνομικό τμήμα, καθώς και η απαγόρευση εξόδου από την
χώρα. Ακολούθησε ο Μάνος Δημητροκάλης τον Ιούνιο του 2014, έχοντας εκτίσει τα
2/3 της ποινής του και τελευταίος αποφυλακίστηκε ο Ασημάκης Κατσούλας τον
Δεκέμβριο το 2016.
Η υπόθεση
έχει αφήσει αποτύπωμα στην pop κουλτούρα. Έγινε επεισόδιο στη σειρά του Πάνου
Κοκκινόπουλου «Δέκατη Εντολή», γυρίστηκε ταινία («Ο Θάνατος Που Ονειρεύτηκα»,
του Παναγιώτη Κράββα) και έγινε μέχρι και αναφορά στο τραγούδι των ΖΝ «Στη χώρα
των καλύτερων MCs»: Θανατερό πορτοκάλι, στην καρδιά ξυράφι, σατανικές σκέψεις
Κατσούλα και Δημητροκάλη...
newsbomb.gr/
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK
0 Σχόλια