Οι ανισότητες στην υγεία τα χρόνια της λιτότητας
Στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μια σύντομη προσέγγιση στις ανισότητες που δημιούργησαν οι πολιτικές της λιτότητας στον χώρο της δημόσιας υγείας. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η κατάσταση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας μας πριν ξεκινήσει η κρίση το 2008 ήταν πολύ μακριά από το να θεωρηθεί καλή. Οι όποιες ανισότητες που όμως υπήρχαν ήταν «διαχειρίσημες» και αυτό φαινόταν από το γεγονός ότι με διάφορους τρόπους, θεμιτούς και αθέμιτους, ο γενικός πληθυσμός είχε πρόσβαση στην δημόσια υγεία.
Μέχρι τον Αύγουστο του 2013 καμία κυβέρνηση από την έναρξη της κρίσης το 2008 δεν είχε ασχοληθεί με τους ανασφάλιστους συμπολίτες μας, που βάσει του προέδρου του ΕΟΠΥΥ ξεπέρασαν τα 3 εκατομμύρια τον Σεπτέμβριο του 2013. Οι άνθρωποι αυτοί, οι περισσότεροι μακροχρόνια άνεργοι, είχαν ουσιαστικά αποκλειστεί από το Εθνικό Σύστημα Υγείας (ΕΣΥ) λόγω του γεγονότος ότι είχαν ξεπεράσει τα 2 χρόνια που θέτει ο ΟΑΕΔ. Κάποιοι από αυτούς που είχαν την ατυχία να αρρωστήσουν με κάποια σοβαρή πάθηση, ουσιαστικά καταδικάζονταν σε θάνατο, εκτός φυσικά εάν είχαν να πληρώσουν. Όλοι οι υπόλοιποι είδαν το χρέος τους να μεταφέρεται στην εφορία.
Τι άλλαξε λοιπόν τον Αύγουστο του 2013; Για πρώτη φορά και μετά από πολύ μεγάλη πίεση που δέχτηκαν από τα κοινωνικά ιατρεία όλες οι κυβερνήσεις, από το 2011 και μετά, ο πρώην υπουργός υγείας Άδωνις Γεωργιάδης παρουσίασε το voucher υγείας – κουπόνι υγείας, όπου 100,000 ανασφάλιστοι το χρόνο (για δύο χρόνια) θα λάμβαναν περιορισμένες υπηρεσίες υγείας. Δυστυχώς το πρόγραμμα αυτό ήταν μια σταγόνα στον ωκεανό των αναγκών των 3 εκατομμυρίων ανασφάλιστων συμπολιτών μας, οι οποίοι δεν είχαν μόνο ανάγκη από πρόσβαση σε πρωτοβάθμια ιατρική φροντίδα αλλά και σε δευτεροβάθμια, αλλά και σε φάρμακα και σε διαγνωστικές εξετάσεις, πόσο μάλλον σε ακριβές θεραπείες.
Για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 2014 η τότε κυβέρνηση λαμβάνει την απόφαση να δώσει μερική πρόσβαση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, μετά από τον σάλο που ξέσπασε λόγω του θανάτου ανασφάλιστου ασθενή του Μητροπολιτικού Κοινωνικού Ιατρείου Ελληνικού. Ο συγκεκριμένος ασθενής είχε συμπεριληφθεί σε λίστα με ασθενείς που κινδύνευε η ζωή τους, και η οποία είχε αποσταλεί στο Υπουργείο Υγείας από τις αρχές του Δεκέμβρη 2013. Δυστυχώς το υπουργείο δεν έκανε τίποτα για να βοηθήσει τους συγκεκριμένους ασθενείς, παρόλες τις οχλήσεις του κοινωνικού ιατρείου, παρά μόνο όταν ξεκίνησε δημόσια καμπάνια από το ιατρείο στις 02/01/2014. Την ίδια μέρα το υπουργείο αποφάσισε να κινητοποιηθεί, αφού όμως είχε ήδη πεθάνει ο ένας ασθενής. Από εκείνη την ημέρα και μετά για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης ξεκινά ένας δημόσιος διάλογος για τα προβλήματα που έχουν οι ανασφάλιστοι πολίτες. Το υπουργείο υγείας αναγνωρίζει ότι υπάρχει πρόβλημα και τον Φεβρουάριο του ’14 ο τότε υπουργός υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, ανακοινώνει ότι μαζί με την «μεταρρύθμιση» της πρωτοβάθμιας υγείας στην Ελλάδα, θα δοθεί για πρώτη φορά πρόσβαση σε όλους τους ανασφάλιστους πολίτες στο ΠΕΔΥ. Αυτό που δεν είπε ο υπουργός είναι ότι μέσα σε ένα μήνα ανάγκασε 3,000 γιατρούς (πάνω από το μισό δυναμικό του πρώην ΕΟΠΥΥ) να αποχωρίσουν αφού τους έδωσε την επιλογή είτε να κρατήσουν τα ιδιωτικά τους ιατρεία, είτε να δουλέψουν για το ΠΕΔΥ. Όχι όμως και τα δύο μαζί. Το αποτέλεσμα ήταν ο νέος φορέας να επωμιστεί το βάρος της πρωτοβάθμιας ιατρικής φροντίδας με λιγότερο από τους μισούς γιατρούς. Σύντομα υποκαταστήματα του ΠΕΔΥ έκλεισαν λόγω της υποστελέχωσης, άλλα ΠΕΔΥ έμειναν χωρίς συγκεκριμένες ειδικότητες γιατρών. Το καλοκαίρι του ’14 η τότε κυβέρνηση πήγε ένα βήμα παραπέρα και έδωσε δωρεάν πρόσβαση στην δευτεροβάθμια ιατρική φροντίδα σε όσους ανασφάλιστους πολίτες το είχαν ανάγκη. Δυστυχώς για να μπορέσει κάποιος ανασφάλιστος να κάνει χρήση αυτού του δικαιώματος, θα έπρεπε πρώτα να περάσει από μια τριμελή επιτροπή, που ακόμα και σήμερα στα περισσότερα δημόσια νοσοκομεία αυτές οι επιτροπές δεν έχουν ούτε καν συσταθεί, με αποτέλεσμα οι ανασφάλιστοι ασθενείς απλά να περιμένουν.
Την ίδια χρονική περίοδο η προηγούμενη κυβέρνηση προχώρησε στην εξίσωση των ανασφάλιστων πολιτών με τους ασφαλισμένους, όσων αφορά την πρόσβαση σε φάρμακα. Δυστυχώς και εδώ παρότι στα χαρτιά η υπουργική απόφαση δίνει πρόσβαση σε φάρμακα, στην πράξη η συμμετοχή του ασφαλισμένου και ανασφάλιστου στην αξία των φαρμάκων ξεπερνά κατά πολύ το 25% της πραγματικής αξίας. Κατά μέσο όρο η πραγματική συμμετοχή κυμαίνεται στο 35-40% – και σε ακραίες περιπτώσεις αγγίζει ακόμα και το 75% – με αποτέλεσμα όχι μόνο ανασφάλιστοι να μην μπορούν να καλύψουν το κόστος αλλά ακόμα και ασφαλισμένοι. Δυστυχώς η προηγούμενη κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να δώσει έστω και μια υποτυπώδη πρόσβαση στους ανασφάλιστους σε διαγνωστικές εξετάσεις.
Τα χρόνια όμως της λιτότητας ο αποκλεισμός – με διάφορους τρόπους – των ασφαλισμένων αλλά και ανασφάλιστων πολιτών δημιούργησε «απίστευτες» καταστάσεις όπου πολίτες έχασαν ακόμα και τις ζωές του επειδή δεν μπορούν να πληρώσουν για την θεραπεία ή τα φάρμακα που είχαν ανάγκη. Τα παραδείγματα πολλά δυστυχώς. Ασφαλισμένοι καρκινοπαθείς που οι αντικαρκινικές κλινικές που τους παρείχαν τις απαραίτητες θεραπείες τους ακύρωσαν ραντεβού που είχαν κλειστεί μήνες πριν, χωρίς να τους δώσουν εναλλακτική, γιατί τα ίδια τα νοσοκομεία δεν είχαν τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους. Ανασφάλιστοι καρκινοπαθείς που διέκοψαν την θεραπεία τους και έμειναν αποκλεισμένοι ακόμα και για 6 μήνες, μέχρι να βρουν «μια άκρη» μέσω κάποιου κοινωνικού ιατρείου και να συνεχίσουν έτσι τις θεραπείες τους. Ανασφάλιστος καρδιοπαθής ασθενής που τον έδιωξαν από χειρουργείο μεγάλου δημόσιου Ελληνικού νοσοκομείου, γιατί δεν είχε να πληρώσει το 18,000 ευρώ αξίας απινιδωτή. Ακόμα και έγκυες γυναίκες που το 2012 τους κράτησαν τα βρέφη που μόλις είχαν γεννήσει γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν το έξοδα του δημόσιου μαιευτηρίου. Όλα αυτά είναι καταγραμμένα κυρίως από ξένα ΜΜΕ που έκαναν ρεπορτάζ μέσω των κοινωνικών ιατρείων που παλεύουν όλα αυτά τα χρόνια να ανατρέψουν αυτές τις ακραίες πολιτικές λιτότητας.
Σήμερα βρισκόμαστε στο σχεδόν ίδιο σημείο που μας άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση, παρότι υπάρχει καινούργια υπουργική απόφαση που φτιάχτηκε με την συνεργασία του υπουργείου υγείας με τα κοινωνικά ιατρεία, και η οποία θα δώσει ουσιαστική πρόσβαση στους ανασφάλιστους στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Αυτή όμως η υπουργική απόφαση δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί στην εφημερίδα της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα να μην ισχύει ακόμα.
Όλα τα παραπάνω δυστυχώς συνεχίζουν να λειτουργούν προς την κατεύθυνση του αποκλεισμού της μεγαλύτερης μερίδας του Ελληνικού πληθυσμού, είτε είναι ασφαλισμένοι, είτε είναι ανασφάλιστοι. Ειδικά εάν αναλογιστούμε ότι τα 2/3 του Ελληνικού πληθυσμού ζουν κοντά ή κάτω από το όριο της φτώχειας τότε καταλαβαίνουμε που πραγματικά είναι το πρόβλημα. Παράλληλα το μεγαλύτερο πρόβλημα, αυτό της γενικής υποχρηματοδότησης του Εθνικού Συστήματος Υγείας, γονατίζει οποιαδήποτε νομοθετική ή υπουργική προσπάθεια και να γίνει. Με λίγα λόγια, όσοι νόμοι ή υπουργικές αποφάσεις και να δημοσιευτούν, εάν δεν αυξηθούν τα κονδύλια για την δημόσια υγεία (που έχει μειωθεί πάνω από 50% από το 2009), τότε δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα*.
Χρήστος Σιδέρης
υπεύθυνος επικοινωνίας του Μητροπολιτικού Κοινωνικού Ιατρείου Ελληνικού
http://www.mkiellinikou.org
υπεύθυνος επικοινωνίας του Μητροπολιτικού Κοινωνικού Ιατρείου Ελληνικού
http://www.mkiellinikou.org
* Το κείμενο γράφτηκε πριν η κυβέρνηση υπογράψει το νέο μνημόνιο, και αποδεχτεί νέα επιπρόσθετη μείωση των δαπανών για το ΕΣΥ, της τάξης του 0.5% επί του ΑΕΠ. Που σημαίνει περαιτέρω μείωση 933 εκατομμυρίων ευρώ, σε σχέση με το ΑΕΠ του 2014.
Γνωρίστε τις επιχειρήσεις της περιοχή σας....... κάντε έξυπνες αγορές
Με ένα κλίκ στις κάρτες τους
0 Σχόλια